Με την κατάθεση του νομοσχεδίου για την αδειοδότηση των καναλιών
κλιμακώνεται ο πόλεμος της κυβέρνησης...
κατά των ΜΜΕ για τον έλεγχο της
ενημέρωσης και την επιρροή στη διαμόρφωση της κοινής γνώμης. Η κυβέρνηση επιδιώκει τον έλεγχο του ραδιοτηλεοπτικού τοπίου βάζοντας στο
στόχαστρο καταρχάς τους μιντιάρχες και μάλιστα αυτούς που η ίδια
ταυτίζει με τη διαπλοκή, αλλά και όλους τους καναλάρχες. Είναι ενδεικτικό ότι την περασμένη εβδομάδα κυκλοφορούσε στα κυβερνητικά παρασκήνια σχέδιο «για σύλληψη έστω ενός καναλάρχη, προκειμένου να
αποκτήσει υπόσταση η προτεραιότητα της κυβέρνησης για αντιμετώπιση της
διαφθοράς και της διαπλοκής». Προς τον στόχο αυτό συντείνει και η
πολυδιαφημισμένη ως μέγα επίτευγμα επαναλειτουργία της ΕΡΤ, η οποία επί
της ουσίας δεν κάνει κάτι διαφορετικό από το να εισάγει στο πεδίο των
ΜΜΕ έναν παράγοντα απευθείας ελεγχόμενο από την κυβέρνηση. Από την
πλευρά τους, σύμφωνα με πληροφορίες, οι ιδιοκτήτες των εν λειτουργία ΜΜΕ επισημαίνουν σοβαρές ελλείψεις,
ανακολουθίες ή και κοινούς παραλογισμούς στο σχέδιο που συνέταξε και προωθεί η κυβέρνηση. Σε πολιτικό και ιδεολογικό επίπεδο, οι ίδιοι εκφράζουν την ανησυχία τους για το μέλλον της πολυφωνίας, της ανεξάρτητης ενημέρωσης και της
ελευθερίας της έκφρασης, έναν από τους θεμέλιους λίθους της δημοκρατίας. Ενάντια στην απόπειρα μετατροπής των media σε φερέφωνα και οχήματα
προπαγάνδας, δημιουργείται ένα κοινό μέτωπο, με τη συσπείρωση των
ανεξάρτητων επιχειρηματιών ώστε να υπάρξει συντονισμένη αντίσταση στα
προωθούμενα μέτρα. Σε πορεία σύγκρουσης με τα προωθούμενα μέτρα, σύμφωνα με πληροφορίες, είναι διατεθειμένοι να κινηθούν διακεκριμένοι και
δημοφιλείς «τηλεορασάνθρωποι», όχι μόνον δημοσιογράφοι, αλλά ηθοποιοί,
δημιουργοί και τεχνικοί
που διακρίθηκαν και αγαπήθηκαν από την κοινή
γνώμη τα 25 χρόνια λειτουργίας της ελεύθερης τηλεόρασης.
Η λογική της αντιπαράθεσης εκ μέρους των ιδιοκτητών ΜΜΕ συμπυκνώνεται
στη φράση ότι «δεν μπορεί οι αγώνες που δόθηκαν υπέρ της ελεύθερης
τηλεόρασης, ήδη από την εποχή της διακυβέρνησης Μητσοτάκη, να ακυρωθούν
από μια κυβέρνηση της Αριστεράς». Στη ρεβανσιστική και επικίνδυνη
ντιρεκτίβα «ένας καναλάρχης μέσα, τώρα, πάση θυσία», οι επιχειρηματίες
των ΜΜΕ αντιτείνουν ότι δεν μπορεί, δεν συνιστά υπόδειγμα δημοκρατικής
διαδικασίας το να αποφασίζει ένας και μόνο υπουργός, εν προκειμένω ο κ.
Νίκος Παππάς, για το σύνολο των ελληνικών media. Το σχέδιο που έχει
δοθεί στη δημοσιότητα προικίζει τον κ. Παππά με μια σειρά εξουσίες και
τον καθιστά πανίσχυρο, αφού μεταξύ άλλων προβλέπει ότι με δική του
υπουργική απόφαση θα καθοριστούν ο αριθμός των αδειών που θα δοθούν, το
ελάχιστο τίμημα, αλλά και ο καθορισμός των όρων των περιφερειακών
σταθμών. Κι άλλοι άνεργοι δημοσιογράφοι Εχοντας λάβει μια πρώτη εικόνα των ρυθμίσεων που προβλέπει το
κυβερνητικό σχέδιο, άνθρωποι από την αγορά των ΜΜΕ εκφράζουν την έντονη
ανησυχία τους ότι απώτερη επιδίωξη της κυβέρνησης δεν είναι να ρυθμίσει
το τοπίο, αλλά να εκβιάσει και να χειραγωγήσει τα υφιστάμενα ΜΜΕ, έτσι
ώστε να ανοίξει τον δρόμο σε «ημέτερους», δηλαδή σε δικούς της παίκτες.
Επισημαίνεται, επίσης, η απειλή των περικοπών θέσεων εργασίας στους
υφιστάμενους ραδιοτηλεοπτικούς σταθμούς, όχι μόνο λόγω της καταστροφής
που έχει επέλθει στην οικονομία -και άρα τη διαφήμιση- κατά το τελευταίο διάστημα. Εμπειρα στελέχη της μιντιακής αγοράς τονίζουν ότι το
νομοσχέδιο εναποθέτει τον καθορισμό του αριθμού αδειών εθνικής εμβέλειας σε μεταγενέστερο χρόνο, με υπουργική απόφαση.
Εως τότε, όμως, η παρατεινόμενη ασάφεια για κάτι τόσο ουσιώδες, καθώς
από τον αριθμό των σταθμών εξαρτάται άμεσα η βιωσιμότητα ολόκληρου του
κλάδου, θα επιταχύνει την αποθάρρυνση των επενδυτών και μοιραία θα
οδηγήσει τελικά σε απολύσεις εργαζομένων. Αλλά και η καταβολή του
τιμήματος για την απόκτηση της άδειας, σύμφωνα πάντα με τις εκτιμήσεις
των ανθρώπων της αγοράς, δεν μπορεί να παραμένει επ’ αόριστον
απροσδιόριστο, ούτε να απαιτείται από την Πολιτεία να καταβληθεί εφάπαξ. Στην παρούσα τραγική έλλειψη ρευστότητας, το λογικό θα ήταν το τίμημα
για την αδειοδότηση να πληρώνεται σε δόσεις, τόσες όσες και τα έτη που
προβλέπονται για τη διάρκεια της άδειας. Η οποία και αυτή -10ετής όπως
προβλέπει το νομοσχέδιο- δεν κρίνεται ρεαλιστικά επαρκής για την
απόσβεση της επένδυσης, καθώς θα πρέπει, όπως εκτιμούν επαγγελματίες των media, να είναι τουλάχιστον 15ετής.
Τα ελληνικά κανάλια πληρώνουν τριπλάσια φορολογία απ’ ό,τι τα ξένα Η κυβέρνηση στηρίζει και πριμοδοτεί την ΕΡΤ, επιχειρεί να της δώσει
δικαίωμα παρόχου και έτσι να καταργήσει άλλο ένα μονοπώλιο, αυτό της
Digea. Παράλληλα, η κεντρική εξουσία επεκτείνει την επιρροή της στα
κανάλια της περιφέρειας και επιπροσθέτως επιχειρεί να αλώσει το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων αφενός με την επιλογή στη θέση του προέδρου -
γενικού διευθυντή κομματικό στέλεχος και την τοποθέτηση σε
θέσεις-κλειδιά κομματικών στελεχών που ελέγχουν το περιεχόμενο των
ειδήσεων που μεταδίδονται και αφετέρου καθιερώνοντας καθεστώς
υποχρεωτικής «μονοθεσίας».
Θα απαγορεύεται, δηλαδή, στους δημοσιογράφους του ΑΠΕ να εργάζονται στον ιδιωτικό τομέα, ακόμη και σε μη ανταγωνιστικά προς το Πρακτορείο ΜΜΕ
υπενθυμίζεται ότι η μονοθεσία ισχύει στον δημόσιο τομέα). Η συνέπεια
αυτού του μέτρου θα έχει ως αποτέλεσμα την απόλυση δεκάδων
δημοσιογράφων, χωρίς δικαίωμα αποζημίωσης, εφόσον αυτό προβλέπει το
σχετικό σχέδιο που δημοσιεύτηκε στο opengov. Η κομματικοποίηση του ΑΠΕ
θα συντελεστεί ακολούθως με την αντικατάσταση των εκδιωχθέντων
δημοσιογράφων από επίλεκτους άνεργους συντάκτες, φυσικά με βασικό
κριτήριο το ότι πρόσκεινται στον ΣΥΡΙΖΑ. Πάντως, αντιθέτως προς την εντύπωση που καλλιεργείται τεχνηέντως, όπως
υπογραμμίζουν άνθρωποι του καθημαγμένου πλην ακόμη ζωντανού κλάδου των
ραδιοτηλεοπτικών μέσων, φορολογούνται τρεις φορές πιο άγρια στην Ελλάδα
απ’ ό,τι στο εξωτερικό. Ειδικότερα, σύμφωνα με μελέτες, μέσα
στις
ιδιαίτερα αντίξοες οικονομικές συνθήκες που περνά η Ελλάδα η ελληνική
τηλεοπτική βιομηχανία υπόκειται βαρύτατες οικονομικές επιβαρύνσεις σε
σχέση με άλλες χώρες της Ε.Ε. Στις επιβαρύνσεις δικτύου η κατά κεφαλήν
επιβάρυνση του ελληνικού παρόχου δικτύου είναι 4,5 φορές ο ευρωπαϊκός
μέσος όρος, οι ελληνικοί τηλεοπτικοί σταθμοί υφίστανται την υψηλότερη
πρόσθετη φορολογία, ενώ η υψηλή τους φορολόγηση επιβαλλόταν ήδη πριν από την ψηφιακή μετάβαση.
Εκτός από τα κανάλια, στόχος είναι
οι εφημερίδες και ολόκληρος ο Τύπος - Νέο άλμα
στην ανεργία των δημοσιογράφων Επιπρόσθετα οι ειδικές «φορολογικές επιβαρύνσεις» υπερέβησαν το 16% του
κύκλου εργασιών, ενώ βάσει της ισχύουσας νομοθεσίας οι επιβαρύνσεις που
επιβάλλει το κράτος στους σταθμούς απορροφούν περίπου το 41% της δαπάνης των διαφημιζομένων και μάλιστα την ώρα που οι ελληνικοί σταθμοί έχουν
τις μεγαλύτερες απώλειες διαφημιστικού υλικού συγκριτικά με την υπόλοιπη Ευρώπη.
Είναι
προφανές ότι, εάν τα ηλεκτρονικά Μέσα ισοπεδωθούν από τον
απροκάλυπτο κυβερνητικό παρεμβατισμό, το επόμενο στάδιο είναι μια
ανάλογη επίθεση στα παραδοσιακά, ανεξάρτητα ΜΜΕ, δηλαδή τις εφημερίδες
και τον υπόλοιπο Τύπο. Ενα εξαιρετικά ευαίσθητο ζήτημα που εγείρει το
νέο νομοσχέδιο είναι η εθνική ταυτότητα των επίδοξων επενδυτών στα
εγχώρια ΜΜΕ. Για τους υφιστάμενους επιχειρηματίες θεωρείται ακατανόητο
αυτό που ορισμένοι χαρακτηρίζουν ήδη σαν «δώρο αδιαφάνειας» προς τις
αλλοδαπές εταιρείες.
Το κυβερνητικό σχέδιο προβλέπει πλήρη απαλλαγή αυτών των επιχειρήσεων
από την ονομαστικοποίηση και τις αποκλίσεις έδρας και εγκατάστασης.
Επομένως, υπάρχει η απορία πώς το Ελληνικό Δημόσιο θα είναι σε θέση να
ελέγχει στην πράξη την εκπλήρωση των υποχρεώσεων μιας αδειούχου ξένης
εταιρείας - ή ακόμη και τα συμφέροντα που ενδεχομένως κρύβονται πίσω από αυτή.
Η εύλογη και βάσιμη αντίρρηση των Ελλήνων ιδιοκτητών ΜΜΕ στο κρίσιμο
αυτό ζήτημα είναι ότι οι εταιρείες που μετέχουν ως υποψήφιες για
απόκτηση άδειας, θα πρέπει να είναι όλες ελληνικές, με πλήρη και μόνιμη
κτιριακή, τεχνική, εμπορική και φορολογική εγκατάσταση στη χώρα μας. Σε
κάθε άλλη περίπτωση, όπως τονίζεται από τον κύκλο των Ελλήνων
επιχειρηματιών, παρέχεται αθέμιτο πλεονέκτημα σε αλλοδαπές εταιρείες, οι οποίες, ανά πάσα στιγμή, μπορεί να αποδειχτούν άδεια κελύφη και
επιχειρηματικά φαντάσματα. Ιδιαίτερα, δε, τα κεφάλαια που επενδύονται
στα ελληνικά ΜΜΕ από χώρες εκτός Ε.Ε., θα πρέπει να περιορίζονται στο
25% κατά την άποψη των Ελλήνων ιδιοκτητών media. Κι αυτό διότι συντρέχει μια σειρά από πολλούς και διάφορους λόγους, οι οποίοι άπτονται
ζητημάτων εθνικής και πολιτιστικής ταυτότητας. Ειδάλλως, θα μπορεί
κάλλιστα μια άδεια για έναν ελληνικό ενημερωτικό ραδιοτηλεοπτικό σταθμό
να ελέγχεται π.χ. από το τουρκικό Δημόσιο. Επιπλέον αυτών, οι ιδιοκτήτες των ραδιοτηλεοπτικών Μέσων που λειτουργούν αυτή τη στιγμή στην Ελλάδα, σύμφωνα με τη σχετική ανεπίσημη φιλολογία,
αντιδρούν στο νομοσχέδιο διότι βρίσκουν παράλογα τα όρια προσωπικού που
ορίζονται (400 άτομα για τους ενημερωτικούς σταθμούς πανελλαδικής
εμβέλειας και 50 για τους μη ενημερωτικούς) και αντιπροτείνουν 200 και
20 αντιστοίχως. Διαφωνούν όμως και με τις προβλέψεις για την ανάκληση
της άδειας, όταν αυτή θα έχει παραχωρηθεί από το κράτος. Πρωτοφανείς υπερεξουσίες στον Νίκο Παππά Η επικοινωνιακή στρατηγική της κυβέρνησης θα ολοκληρωθεί με την ψήφιση
του σχεδίου για την αδειοδότηση των ραδιοτηλεοπτικών σταθμών, το οποίο
έχει τεθεί σε δημόσια διαβούλευση. Το όλο «παιχνίδι» βρίσκεται στα χέρια του πλέον στενού συνεργάτη του κ. Τσίπρα, κ. Νίκου Παππά - ο οποίος
έχει και την ευθύνη των νομοσχεδίων, τόσο για την επαναλειτουργία της
ΕΡΤ, όσο και του επόμενου, για τις συχνότητες των σταθμών. Ο κ. Παππάς
αποσύρθηκε για λίγο στο παρασκήνιο, λόγω της κριτικής που δέχθηκε για
την εμπλοκή του στις διαπραγματεύσεις και άφησε τον αναπληρωτή υπουργό
αρμόδιο για θέματα Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων Χρήστο Σπίρτζη να
βγει μπροστά.
Δόθηκαν αγώνες επί Μητσοτάκη για να διατηρηθεί η ανεξάρτητη τηλεόραση και θα χαθεί τώρα με κυβέρνηση Αριστεράς; Η διαχείριση, όμως, της οργανωμένης προσπάθειας για τον έλεγχο των ΜΜΕ,
ανήκει αποκλειστικά στο Μέγαρο Μαξίμου και όλες τις κινήσεις
παρακολουθεί προσωπικά ο πρωθυπουργός. Με το σχέδιο που δόθηκε προς
διαβούλευση, η κυβέρνηση στέλνει το μήνυμα στους ιδιοκτήτες των καναλιών ότι θα συζητήσουν μαζί της και με κανέναν άλλον. Παρότι το συγκεκριμένο σχέδιο έχει πολλά κενά και υπερβολές -που αν διατηρηθεί ως έχει θα
καταπέσει, όπως και ο Βασικός Μέτοχος-, η εντύπωση που δημιουργείται για την κυβέρνηση είναι πως, είτε θέλει να οδηγήσει στο κλείσιμο τα
υπάρχοντα κανάλια, είτε να τα υποχρεώσει να έρθουν σε κάποιου είδους
συμφωνία μαζί της.
Το πιθανότερο είναι ότι εντέλει θα επιτευχθεί ο περιορισμός της ισχύος
τους, θα διακυβευτεί η οικονομική τους επιβίωση, θα αυξηθεί η εξάρτησή
τους από την κυβέρνηση και άρα θα επηρεάζεται η γραμμή τους. Ταυτόχρονα, στην αγορά θα εισέλθουν νέοι, φιλικοί προς την κυβέρνηση επιχειρηματίες ή και ενδεχομένως αλλοδαποί «παίκτες» και δη με προνομιακούς όρους,
όπως ήδη αναφέρθηκε. Ο κ. Παππάς, πάντως, ήδη πριν από τις εκλογές είχε αναπτύξει σχέσεις με
ορισμένους εκ των καναλαρχών, τους ίδιους που ο ΣΥΡΙΖΑ κατηγορεί για
διαπλοκή. Ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας έχει δηλώσει δημόσια ότι
προτεραιότητά του είναι η αντιμετώπιση της διαπλοκής και έχει επιτεθεί
πολιτικά στα κανάλια και τους ιδιοκτήτες τους. Η κυβέρνηση επιμένει ότι
με το νομοσχέδιο, επιτέλους, θα μπει τάξη στο άναρχο ραδιοτηλεοπτικό
τοπίο και επιπλέον οι ιδιοκτήτες των καναλιών που αξιοποιούν το δημόσιο
αγαθό των συχνοτήτων θα επιστρέψουν ένα μέρος από τα κέρδη τους, καθώς
θα πρέπει να πληρούν μια σειρά προϋποθέσεων αν θέλουν να μετάσχουν στον
διαγωνισμό και να διατηρήσουν τις συχνότητές τους.
Το παιχνίδι το χειρίζεται ο πλέον στενός συνεργάτης του κ. Αλέξη
Τσίπρα, κ. Νίκος Παππάς, που έχει και την ευθύνη των νομοσχεδίων τόσο
της επαναλειτουργίας της ΕΡΤ όσο και το επόμενο για τις συχνότητες των
καναλιών Ο ΣΥΡΙΖΑ υποστηρίζει ότι, λόγω της αμαρτωλής τους σχέσης με την εκάστοτε κυβερνητική εξουσία επί ΠΑΣΟΚ ή Ν.Δ., οι σταθμοί συνέχιζαν να εκπέμπουν με προσωρινές άδειες και χωρίς να αποδίδουν έσοδα. «Ηρθε η ώρα να
πληρώσουν», έχει πει επανειλημμένως ο κ. Τσίπρας, ο οποίος έψεξε τα ΜΜΕ
δημοσίως για τη μεροληπτική και μονόπλευρη στάση τους τη δύσκολη
εβδομάδα του δημοψηφίσματος. «Από τη στιγμή που χρησιμοποιούν δημόσιες
συχνότητες, δεν μπορούν να αποκλείουν απόψεις και πολιτικές»,
υποστηρίζουν τα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ και το επιχείρημά τους βρίσκει
απήχηση σε σημαντικό ποσοστό της κοινής γνώμης. Ορισμένες στατιστικές
καταγραφές, έχουν δείξει ότι κατά καιρούς τα κανάλια δεν τηρούσαν την
υποχρέωση της αναλογικής αντιμετώπισης των κομμάτων. Παρ’ όλ’ αυτά, στην πράξη η ψήφιση του νομοσχεδίου χωρίς σημαντικές
αλλαγές θα βρει την αντίδραση των κομμάτων της αντιπολίτευσης. Για να το περάσει από τη Βουλή, η κυβέρνηση θα βασιστεί κατ’ ανάγκη στην Αριστερή Πλατφόρμα του κ. Παναγιώτη Λαφαζάνη, με την οποία όμως είναι πλέον σε
αποκλίνουσες πορείες. Οπότε, το αμφιλεγόμενο νομοσχέδιο για το
νοικοκύρεμα» των ΜΜΕ θα πρέπει να παρακάμψει, πρώτα απ’ όλα, την
σύγχυση, εντός του ίδιου του κυβερνητικού συνασπισμού.
Via
κλιμακώνεται ο πόλεμος της κυβέρνησης...
κατά των ΜΜΕ για τον έλεγχο της
ενημέρωσης και την επιρροή στη διαμόρφωση της κοινής γνώμης. Η κυβέρνηση επιδιώκει τον έλεγχο του ραδιοτηλεοπτικού τοπίου βάζοντας στο
στόχαστρο καταρχάς τους μιντιάρχες και μάλιστα αυτούς που η ίδια
ταυτίζει με τη διαπλοκή, αλλά και όλους τους καναλάρχες. Είναι ενδεικτικό ότι την περασμένη εβδομάδα κυκλοφορούσε στα κυβερνητικά παρασκήνια σχέδιο «για σύλληψη έστω ενός καναλάρχη, προκειμένου να
αποκτήσει υπόσταση η προτεραιότητα της κυβέρνησης για αντιμετώπιση της
διαφθοράς και της διαπλοκής». Προς τον στόχο αυτό συντείνει και η
πολυδιαφημισμένη ως μέγα επίτευγμα επαναλειτουργία της ΕΡΤ, η οποία επί
της ουσίας δεν κάνει κάτι διαφορετικό από το να εισάγει στο πεδίο των
ΜΜΕ έναν παράγοντα απευθείας ελεγχόμενο από την κυβέρνηση. Από την
πλευρά τους, σύμφωνα με πληροφορίες, οι ιδιοκτήτες των εν λειτουργία ΜΜΕ επισημαίνουν σοβαρές ελλείψεις,
ανακολουθίες ή και κοινούς παραλογισμούς στο σχέδιο που συνέταξε και προωθεί η κυβέρνηση. Σε πολιτικό και ιδεολογικό επίπεδο, οι ίδιοι εκφράζουν την ανησυχία τους για το μέλλον της πολυφωνίας, της ανεξάρτητης ενημέρωσης και της
ελευθερίας της έκφρασης, έναν από τους θεμέλιους λίθους της δημοκρατίας. Ενάντια στην απόπειρα μετατροπής των media σε φερέφωνα και οχήματα
προπαγάνδας, δημιουργείται ένα κοινό μέτωπο, με τη συσπείρωση των
ανεξάρτητων επιχειρηματιών ώστε να υπάρξει συντονισμένη αντίσταση στα
προωθούμενα μέτρα. Σε πορεία σύγκρουσης με τα προωθούμενα μέτρα, σύμφωνα με πληροφορίες, είναι διατεθειμένοι να κινηθούν διακεκριμένοι και
δημοφιλείς «τηλεορασάνθρωποι», όχι μόνον δημοσιογράφοι, αλλά ηθοποιοί,
δημιουργοί και τεχνικοί
που διακρίθηκαν και αγαπήθηκαν από την κοινή
γνώμη τα 25 χρόνια λειτουργίας της ελεύθερης τηλεόρασης.
Η λογική της αντιπαράθεσης εκ μέρους των ιδιοκτητών ΜΜΕ συμπυκνώνεται
στη φράση ότι «δεν μπορεί οι αγώνες που δόθηκαν υπέρ της ελεύθερης
τηλεόρασης, ήδη από την εποχή της διακυβέρνησης Μητσοτάκη, να ακυρωθούν
από μια κυβέρνηση της Αριστεράς». Στη ρεβανσιστική και επικίνδυνη
ντιρεκτίβα «ένας καναλάρχης μέσα, τώρα, πάση θυσία», οι επιχειρηματίες
των ΜΜΕ αντιτείνουν ότι δεν μπορεί, δεν συνιστά υπόδειγμα δημοκρατικής
διαδικασίας το να αποφασίζει ένας και μόνο υπουργός, εν προκειμένω ο κ.
Νίκος Παππάς, για το σύνολο των ελληνικών media. Το σχέδιο που έχει
δοθεί στη δημοσιότητα προικίζει τον κ. Παππά με μια σειρά εξουσίες και
τον καθιστά πανίσχυρο, αφού μεταξύ άλλων προβλέπει ότι με δική του
υπουργική απόφαση θα καθοριστούν ο αριθμός των αδειών που θα δοθούν, το
ελάχιστο τίμημα, αλλά και ο καθορισμός των όρων των περιφερειακών
σταθμών. Κι άλλοι άνεργοι δημοσιογράφοι Εχοντας λάβει μια πρώτη εικόνα των ρυθμίσεων που προβλέπει το
κυβερνητικό σχέδιο, άνθρωποι από την αγορά των ΜΜΕ εκφράζουν την έντονη
ανησυχία τους ότι απώτερη επιδίωξη της κυβέρνησης δεν είναι να ρυθμίσει
το τοπίο, αλλά να εκβιάσει και να χειραγωγήσει τα υφιστάμενα ΜΜΕ, έτσι
ώστε να ανοίξει τον δρόμο σε «ημέτερους», δηλαδή σε δικούς της παίκτες.
Επισημαίνεται, επίσης, η απειλή των περικοπών θέσεων εργασίας στους
υφιστάμενους ραδιοτηλεοπτικούς σταθμούς, όχι μόνο λόγω της καταστροφής
που έχει επέλθει στην οικονομία -και άρα τη διαφήμιση- κατά το τελευταίο διάστημα. Εμπειρα στελέχη της μιντιακής αγοράς τονίζουν ότι το
νομοσχέδιο εναποθέτει τον καθορισμό του αριθμού αδειών εθνικής εμβέλειας σε μεταγενέστερο χρόνο, με υπουργική απόφαση.
Εως τότε, όμως, η παρατεινόμενη ασάφεια για κάτι τόσο ουσιώδες, καθώς
από τον αριθμό των σταθμών εξαρτάται άμεσα η βιωσιμότητα ολόκληρου του
κλάδου, θα επιταχύνει την αποθάρρυνση των επενδυτών και μοιραία θα
οδηγήσει τελικά σε απολύσεις εργαζομένων. Αλλά και η καταβολή του
τιμήματος για την απόκτηση της άδειας, σύμφωνα πάντα με τις εκτιμήσεις
των ανθρώπων της αγοράς, δεν μπορεί να παραμένει επ’ αόριστον
απροσδιόριστο, ούτε να απαιτείται από την Πολιτεία να καταβληθεί εφάπαξ. Στην παρούσα τραγική έλλειψη ρευστότητας, το λογικό θα ήταν το τίμημα
για την αδειοδότηση να πληρώνεται σε δόσεις, τόσες όσες και τα έτη που
προβλέπονται για τη διάρκεια της άδειας. Η οποία και αυτή -10ετής όπως
προβλέπει το νομοσχέδιο- δεν κρίνεται ρεαλιστικά επαρκής για την
απόσβεση της επένδυσης, καθώς θα πρέπει, όπως εκτιμούν επαγγελματίες των media, να είναι τουλάχιστον 15ετής.
Τα ελληνικά κανάλια πληρώνουν τριπλάσια φορολογία απ’ ό,τι τα ξένα Η κυβέρνηση στηρίζει και πριμοδοτεί την ΕΡΤ, επιχειρεί να της δώσει
δικαίωμα παρόχου και έτσι να καταργήσει άλλο ένα μονοπώλιο, αυτό της
Digea. Παράλληλα, η κεντρική εξουσία επεκτείνει την επιρροή της στα
κανάλια της περιφέρειας και επιπροσθέτως επιχειρεί να αλώσει το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων αφενός με την επιλογή στη θέση του προέδρου -
γενικού διευθυντή κομματικό στέλεχος και την τοποθέτηση σε
θέσεις-κλειδιά κομματικών στελεχών που ελέγχουν το περιεχόμενο των
ειδήσεων που μεταδίδονται και αφετέρου καθιερώνοντας καθεστώς
υποχρεωτικής «μονοθεσίας».
Θα απαγορεύεται, δηλαδή, στους δημοσιογράφους του ΑΠΕ να εργάζονται στον ιδιωτικό τομέα, ακόμη και σε μη ανταγωνιστικά προς το Πρακτορείο ΜΜΕ
υπενθυμίζεται ότι η μονοθεσία ισχύει στον δημόσιο τομέα). Η συνέπεια
αυτού του μέτρου θα έχει ως αποτέλεσμα την απόλυση δεκάδων
δημοσιογράφων, χωρίς δικαίωμα αποζημίωσης, εφόσον αυτό προβλέπει το
σχετικό σχέδιο που δημοσιεύτηκε στο opengov. Η κομματικοποίηση του ΑΠΕ
θα συντελεστεί ακολούθως με την αντικατάσταση των εκδιωχθέντων
δημοσιογράφων από επίλεκτους άνεργους συντάκτες, φυσικά με βασικό
κριτήριο το ότι πρόσκεινται στον ΣΥΡΙΖΑ. Πάντως, αντιθέτως προς την εντύπωση που καλλιεργείται τεχνηέντως, όπως
υπογραμμίζουν άνθρωποι του καθημαγμένου πλην ακόμη ζωντανού κλάδου των
ραδιοτηλεοπτικών μέσων, φορολογούνται τρεις φορές πιο άγρια στην Ελλάδα
απ’ ό,τι στο εξωτερικό. Ειδικότερα, σύμφωνα με μελέτες, μέσα
στις
ιδιαίτερα αντίξοες οικονομικές συνθήκες που περνά η Ελλάδα η ελληνική
τηλεοπτική βιομηχανία υπόκειται βαρύτατες οικονομικές επιβαρύνσεις σε
σχέση με άλλες χώρες της Ε.Ε. Στις επιβαρύνσεις δικτύου η κατά κεφαλήν
επιβάρυνση του ελληνικού παρόχου δικτύου είναι 4,5 φορές ο ευρωπαϊκός
μέσος όρος, οι ελληνικοί τηλεοπτικοί σταθμοί υφίστανται την υψηλότερη
πρόσθετη φορολογία, ενώ η υψηλή τους φορολόγηση επιβαλλόταν ήδη πριν από την ψηφιακή μετάβαση.
Εκτός από τα κανάλια, στόχος είναι
οι εφημερίδες και ολόκληρος ο Τύπος - Νέο άλμα
στην ανεργία των δημοσιογράφων Επιπρόσθετα οι ειδικές «φορολογικές επιβαρύνσεις» υπερέβησαν το 16% του
κύκλου εργασιών, ενώ βάσει της ισχύουσας νομοθεσίας οι επιβαρύνσεις που
επιβάλλει το κράτος στους σταθμούς απορροφούν περίπου το 41% της δαπάνης των διαφημιζομένων και μάλιστα την ώρα που οι ελληνικοί σταθμοί έχουν
τις μεγαλύτερες απώλειες διαφημιστικού υλικού συγκριτικά με την υπόλοιπη Ευρώπη.
Είναι
προφανές ότι, εάν τα ηλεκτρονικά Μέσα ισοπεδωθούν από τον
απροκάλυπτο κυβερνητικό παρεμβατισμό, το επόμενο στάδιο είναι μια
ανάλογη επίθεση στα παραδοσιακά, ανεξάρτητα ΜΜΕ, δηλαδή τις εφημερίδες
και τον υπόλοιπο Τύπο. Ενα εξαιρετικά ευαίσθητο ζήτημα που εγείρει το
νέο νομοσχέδιο είναι η εθνική ταυτότητα των επίδοξων επενδυτών στα
εγχώρια ΜΜΕ. Για τους υφιστάμενους επιχειρηματίες θεωρείται ακατανόητο
αυτό που ορισμένοι χαρακτηρίζουν ήδη σαν «δώρο αδιαφάνειας» προς τις
αλλοδαπές εταιρείες.
Το κυβερνητικό σχέδιο προβλέπει πλήρη απαλλαγή αυτών των επιχειρήσεων
από την ονομαστικοποίηση και τις αποκλίσεις έδρας και εγκατάστασης.
Επομένως, υπάρχει η απορία πώς το Ελληνικό Δημόσιο θα είναι σε θέση να
ελέγχει στην πράξη την εκπλήρωση των υποχρεώσεων μιας αδειούχου ξένης
εταιρείας - ή ακόμη και τα συμφέροντα που ενδεχομένως κρύβονται πίσω από αυτή.
Η εύλογη και βάσιμη αντίρρηση των Ελλήνων ιδιοκτητών ΜΜΕ στο κρίσιμο
αυτό ζήτημα είναι ότι οι εταιρείες που μετέχουν ως υποψήφιες για
απόκτηση άδειας, θα πρέπει να είναι όλες ελληνικές, με πλήρη και μόνιμη
κτιριακή, τεχνική, εμπορική και φορολογική εγκατάσταση στη χώρα μας. Σε
κάθε άλλη περίπτωση, όπως τονίζεται από τον κύκλο των Ελλήνων
επιχειρηματιών, παρέχεται αθέμιτο πλεονέκτημα σε αλλοδαπές εταιρείες, οι οποίες, ανά πάσα στιγμή, μπορεί να αποδειχτούν άδεια κελύφη και
επιχειρηματικά φαντάσματα. Ιδιαίτερα, δε, τα κεφάλαια που επενδύονται
στα ελληνικά ΜΜΕ από χώρες εκτός Ε.Ε., θα πρέπει να περιορίζονται στο
25% κατά την άποψη των Ελλήνων ιδιοκτητών media. Κι αυτό διότι συντρέχει μια σειρά από πολλούς και διάφορους λόγους, οι οποίοι άπτονται
ζητημάτων εθνικής και πολιτιστικής ταυτότητας. Ειδάλλως, θα μπορεί
κάλλιστα μια άδεια για έναν ελληνικό ενημερωτικό ραδιοτηλεοπτικό σταθμό
να ελέγχεται π.χ. από το τουρκικό Δημόσιο. Επιπλέον αυτών, οι ιδιοκτήτες των ραδιοτηλεοπτικών Μέσων που λειτουργούν αυτή τη στιγμή στην Ελλάδα, σύμφωνα με τη σχετική ανεπίσημη φιλολογία,
αντιδρούν στο νομοσχέδιο διότι βρίσκουν παράλογα τα όρια προσωπικού που
ορίζονται (400 άτομα για τους ενημερωτικούς σταθμούς πανελλαδικής
εμβέλειας και 50 για τους μη ενημερωτικούς) και αντιπροτείνουν 200 και
20 αντιστοίχως. Διαφωνούν όμως και με τις προβλέψεις για την ανάκληση
της άδειας, όταν αυτή θα έχει παραχωρηθεί από το κράτος. Πρωτοφανείς υπερεξουσίες στον Νίκο Παππά Η επικοινωνιακή στρατηγική της κυβέρνησης θα ολοκληρωθεί με την ψήφιση
του σχεδίου για την αδειοδότηση των ραδιοτηλεοπτικών σταθμών, το οποίο
έχει τεθεί σε δημόσια διαβούλευση. Το όλο «παιχνίδι» βρίσκεται στα χέρια του πλέον στενού συνεργάτη του κ. Τσίπρα, κ. Νίκου Παππά - ο οποίος
έχει και την ευθύνη των νομοσχεδίων, τόσο για την επαναλειτουργία της
ΕΡΤ, όσο και του επόμενου, για τις συχνότητες των σταθμών. Ο κ. Παππάς
αποσύρθηκε για λίγο στο παρασκήνιο, λόγω της κριτικής που δέχθηκε για
την εμπλοκή του στις διαπραγματεύσεις και άφησε τον αναπληρωτή υπουργό
αρμόδιο για θέματα Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων Χρήστο Σπίρτζη να
βγει μπροστά.
Δόθηκαν αγώνες επί Μητσοτάκη για να διατηρηθεί η ανεξάρτητη τηλεόραση και θα χαθεί τώρα με κυβέρνηση Αριστεράς; Η διαχείριση, όμως, της οργανωμένης προσπάθειας για τον έλεγχο των ΜΜΕ,
ανήκει αποκλειστικά στο Μέγαρο Μαξίμου και όλες τις κινήσεις
παρακολουθεί προσωπικά ο πρωθυπουργός. Με το σχέδιο που δόθηκε προς
διαβούλευση, η κυβέρνηση στέλνει το μήνυμα στους ιδιοκτήτες των καναλιών ότι θα συζητήσουν μαζί της και με κανέναν άλλον. Παρότι το συγκεκριμένο σχέδιο έχει πολλά κενά και υπερβολές -που αν διατηρηθεί ως έχει θα
καταπέσει, όπως και ο Βασικός Μέτοχος-, η εντύπωση που δημιουργείται για την κυβέρνηση είναι πως, είτε θέλει να οδηγήσει στο κλείσιμο τα
υπάρχοντα κανάλια, είτε να τα υποχρεώσει να έρθουν σε κάποιου είδους
συμφωνία μαζί της.
Το πιθανότερο είναι ότι εντέλει θα επιτευχθεί ο περιορισμός της ισχύος
τους, θα διακυβευτεί η οικονομική τους επιβίωση, θα αυξηθεί η εξάρτησή
τους από την κυβέρνηση και άρα θα επηρεάζεται η γραμμή τους. Ταυτόχρονα, στην αγορά θα εισέλθουν νέοι, φιλικοί προς την κυβέρνηση επιχειρηματίες ή και ενδεχομένως αλλοδαποί «παίκτες» και δη με προνομιακούς όρους,
όπως ήδη αναφέρθηκε. Ο κ. Παππάς, πάντως, ήδη πριν από τις εκλογές είχε αναπτύξει σχέσεις με
ορισμένους εκ των καναλαρχών, τους ίδιους που ο ΣΥΡΙΖΑ κατηγορεί για
διαπλοκή. Ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας έχει δηλώσει δημόσια ότι
προτεραιότητά του είναι η αντιμετώπιση της διαπλοκής και έχει επιτεθεί
πολιτικά στα κανάλια και τους ιδιοκτήτες τους. Η κυβέρνηση επιμένει ότι
με το νομοσχέδιο, επιτέλους, θα μπει τάξη στο άναρχο ραδιοτηλεοπτικό
τοπίο και επιπλέον οι ιδιοκτήτες των καναλιών που αξιοποιούν το δημόσιο
αγαθό των συχνοτήτων θα επιστρέψουν ένα μέρος από τα κέρδη τους, καθώς
θα πρέπει να πληρούν μια σειρά προϋποθέσεων αν θέλουν να μετάσχουν στον
διαγωνισμό και να διατηρήσουν τις συχνότητές τους.
Το παιχνίδι το χειρίζεται ο πλέον στενός συνεργάτης του κ. Αλέξη
Τσίπρα, κ. Νίκος Παππάς, που έχει και την ευθύνη των νομοσχεδίων τόσο
της επαναλειτουργίας της ΕΡΤ όσο και το επόμενο για τις συχνότητες των
καναλιών Ο ΣΥΡΙΖΑ υποστηρίζει ότι, λόγω της αμαρτωλής τους σχέσης με την εκάστοτε κυβερνητική εξουσία επί ΠΑΣΟΚ ή Ν.Δ., οι σταθμοί συνέχιζαν να εκπέμπουν με προσωρινές άδειες και χωρίς να αποδίδουν έσοδα. «Ηρθε η ώρα να
πληρώσουν», έχει πει επανειλημμένως ο κ. Τσίπρας, ο οποίος έψεξε τα ΜΜΕ
δημοσίως για τη μεροληπτική και μονόπλευρη στάση τους τη δύσκολη
εβδομάδα του δημοψηφίσματος. «Από τη στιγμή που χρησιμοποιούν δημόσιες
συχνότητες, δεν μπορούν να αποκλείουν απόψεις και πολιτικές»,
υποστηρίζουν τα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ και το επιχείρημά τους βρίσκει
απήχηση σε σημαντικό ποσοστό της κοινής γνώμης. Ορισμένες στατιστικές
καταγραφές, έχουν δείξει ότι κατά καιρούς τα κανάλια δεν τηρούσαν την
υποχρέωση της αναλογικής αντιμετώπισης των κομμάτων. Παρ’ όλ’ αυτά, στην πράξη η ψήφιση του νομοσχεδίου χωρίς σημαντικές
αλλαγές θα βρει την αντίδραση των κομμάτων της αντιπολίτευσης. Για να το περάσει από τη Βουλή, η κυβέρνηση θα βασιστεί κατ’ ανάγκη στην Αριστερή Πλατφόρμα του κ. Παναγιώτη Λαφαζάνη, με την οποία όμως είναι πλέον σε
αποκλίνουσες πορείες. Οπότε, το αμφιλεγόμενο νομοσχέδιο για το
νοικοκύρεμα» των ΜΜΕ θα πρέπει να παρακάμψει, πρώτα απ’ όλα, την
σύγχυση, εντός του ίδιου του κυβερνητικού συνασπισμού.
Via
from adieXodos.gr http://ift.tt/1VKDZSx
via IFTTT
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου