Κυριακή 28 Ιουνίου 2015

Πώς η διαπραγμάτευση με ισοδύναμα μπορεί να οδηγήσει σε μία συμφωνία «τέρας»

Από την πρώτη ημέρα που μπήκε η Ελλάδα στο Μνημόνιο, οι κυβερνήσεις «εξαγοράζουν» μεταρρυθμίσεις προτείνοντας περισσότερα δημοσιονομικά μέτρα, κατά τις...

διαπραγματεύσεις με τους θεσμούς. Ισως διότι θεωρούν ότι αυτό έχει μικρότερο πολιτικό κόστος, λέει στην «Κ» πρώην στέλεχος που συμμετείχε στα τεχνικά κλιμάκια του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου κατά το πρώτο και στις αρχές του δεύτερου Μνημονίου. Θυμάται δύο χαρακτηριστικές περιπτώσεις: η πρώτη αφορούσε τις απολύσεις στο Δημόσιο και η δεύτερη την απελευθέρωση των επαγγελμάτων και των αγορών. Και οι δύο ιστορίες εξηγούν το πώς η διαπραγμάτευση με ισοδύναμα μέτρα μπορεί να οδηγήσει σε μία συμφωνία «τέρας», η οποία θεωρητικά μπορεί να πιάνει τους δημοσιονομικούς στόχους, αλλά στο τέλος καταστρέφει την οικονομία και την κοινωνία. Ετσι και τώρα. Οι «κόκκινες γραμμές» στο ασφαλιστικό και στην αγορά εργασίας αντισταθμίστηκαν με (θεωρητικώς) δημοσιονομικά ισοδύναμα που καταστρέφουν την ανάπτυξη και τα παραγωγικά τμήματα της ελληνικής οικονομίας. Οι επιπτώσεις των μέτρων Σύμφωνα με πηγές της «Κ», αναφέρονται ενδεικτικά οι εξής επιπτώσεις από τις τελευταίες «συμβιβαστικές» προτάσεις θεσμών και κυβέρνησης: Η αύξηση των συντελεστών ΦΠΑ προκαλεί συνολικό κόστος για την ελληνική οικονομία (μείωση εσόδων και ΑΕΠ) κατά περίπου 400 εκατ. ευρώ τον χρόνο. Αυτό διότι, για να επιτευχθεί ο στόχος της αύξησης των εσόδων από ΦΠΑ κατά 1% του ΑΕΠ (1,8 δισ. ευρώ), θα πρέπει να αποσκοπούν σε έσοδα 2,2 δισ. ευρώ, ώστε με τις απώλειες από την πτώση της κατανάλωσης και της ύφεσης να επιφέρουν 1,8 δισ. ευρώ. Η αύξηση της φορολογίας των επιχειρήσεων από το 26% στο 29% (ελληνική πρόταση) προκαλεί μείωση του ρυθμού ανάπτυξης κατά 0,4 ποσοστιαίες μονάδες, ενώ η αύξηση από το 26% στο 28% (θεσμοί) μείωση κατά 0,26% ποσοστιαίες μονέδες. Η επίπτωση της φορολογίας των επιχειρήσεων βάσει της ελληνικής πρότασης εκτιμάται ότι αυξάνει το ποσοστό ανεργίας κατά 0,7 ποσοστιαίες μονάδες, ενώ βάσει των θεσμών κατά 0,5 ποσοστιαίες μονάδες. Η αύξηση των εργοδοτικών εισφορών (ελληνική πρόταση) κατά 2,9% επηρεάζει 240.000 επιχειρήσεις, προκαλώντας πιέσεις για μειώσεις μισθών ή απολύσεις στον ιδιωτικό τομέα. Η αύξηση της συμμετοχής των συνταξιούχων στην ασφάλιση περιορίζει το πραγματικό τους εισόδημα από 1% έως 6% για περίπου 3 εκατ. συνταξιούχους. Συνολικά τα μέτρα της ελληνικής κυβέρνησης ή των θεσμών περιορίζουν το διαθέσιμο εισόδημα της ελληνικής οικονομίας στη διετία 2015-2016 κατά 1,5% του ΑΕΠ ή κατά μέσον όρο ψαλιδίζουν την ανάπτυξη κατά 0,75%. Με άλλα λόγια, η προβλεπόμενη ανάπτυξη για φέτος κατά 0,3% μπορεί να γίνει ύφεση 0,25% λόγω των μέτρων. Αλλά αυτό δεν γίνεται για πρώτη φορά. Το ίδιο πρώην στέλεχος των τεχνικών κλιμακίων του ΔΝΤ στην Ελλάδα θυμάται τις διαπραγματεύσεις για τον περιορισμό του Δημοσίου: Τότε είχαμε υπολογίσει ότι για κάθε έναν δημόσιο υπάλληλο που διατηρούσε η κυβέρνηση πέραν αυτών που μπορούσε η οικονομία να αντέξει, θα έπρεπε να προτείνει ισοδύναμα δημοσιονομικά μέτρα (φόροι και περικοπές) προκειμένου να επιτευχθούν οι στόχοι. Τελικά, τα επιπλέον μέτρα προκάλεσαν μεγαλύτερη ύφεση και επιδείνωσαν κυρίως τον ιδιωτικό τομέα. Ετσι, υπολογίστηκε ότι για κάθε έναν δημόσιο υπάλληλο που διατηρήθηκε, τα ισοδύναμα πετούσαν στην ανεργία τρεις υπαλλήλους του ιδιωτικού τομέα. Εκ των υστέρων υπολογίστηκε ότι εάν είχαν μειωθεί οι δημόσιοι υπάλληλοι κατά 300.000 (αντί για 150.000), θα είχαν απολυθεί 450.000 λιγότεροι του ιδιωτικού τομέα και σήμερα θα μετρούσαμε 300.000 λιγότερους άνεργους, με ό,τι αυτό, επίσης, συνεπάγεται για την ανάπτυξη, την κατανάλωση, την ανάγκη για μέτρα κ.λπ. Η δεύτερη ιστορία αφορούσε τις διαπραγματεύσεις με τα εργασιακά και την απελευθέρωση αγορών και επαγγελμάτων. Εδώ έγιναν οι μισές μεταρρυθμίσεις: μειώθηκε ο κατώτατος μισθός στον ιδιωτικό τομέα, αλλά δεν έγινε πλήρως η απελευθέρωση των αγορών. Αποτέλεσμα; Μειώθηκαν οι μισθοί, μειώθηκε το κόστος εργασίας και οι επιχειρήσεις αύξησαν το... περιθώριο κέρδους. Ομως, ο στόχος των μεταρρυθμίσεων ήταν η αύξηση της ανταγωνιστικότητας. Η διατήρηση ή η αύξηση του περιθωρίου κέρδους των επιχειρήσεων δεν βοήθησε στην ανταγωνιστικότητα. Απλώς μετέφερε εισόδημα από εργαζομένους προς επιχειρήσεις, επιτείνοντας την ύφεση. Δηλαδή, μισή μεταρρύθμιση και δύο αρνητικά αποτελέσματα. Πηγή

Via

www.adieXodos.gr




from adieXodos.gr http://ift.tt/1NooQRq
via IFTTT

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου